Τρίτη, Ιανουαρίου 05, 2010

O αγώνας και το παιχνίδι

Ο ιαματικός βασανισμός: «Από πολύ νωρίς, ζώντας την έτοιμη κάθε στιγμή να ξεσπάσει σύγκρουση, είχαμε ψυχανεμιστεί πως στον κόσμο τούτον δυο μεγάλες δυνάμες παλεύουν: ο Χριστιανός κι ο Τούρκος, το Καλό και το Κακό, η Ελευτερία κι η Τυραννία και πως η ζωή δεν είναι παιχνίδι, είναι αγώνας», γράφει ο Νίκος Καζαντζάκης στον πρόλογο του «Καπετάν Μιχάλη». Όταν ο πρωταγωνιστής της «Κουζίνας με Ψυχή», Ζήνος Καζαντζάκης, πέφτει στα χέρια του «Κεμάλ του Κοκαλοθραύστη», εκείνος τον δένει με σχοινιά και κάνει τον Καζαντζάκη να ουρλιάξει από τον πόνο. Ας σημειωθεί ότι τον Ζήνο υποδύεται Έλληνας (ο Αδάμ Μπουσδούκος), ενώ την ταινία σκηνοθετεί Τούρκος (ο Φατίχ Ακίν). Ας σημειωθεί, ακόμη, ότι εκτός από Τούρκος και Έλληνας, Ακίν και Μπουσδούκος τυγχάνουν επίσης Γερμανοί, σεναριογράφοι της ταινίας και παλιοί φίλοι. Ας σημειωθεί, τέλος, ότι δεν πρόκειται για βασανισμό αλλά για χειροπρακτική: ο πόνος προκαλείται με τη συναίνεση του Ζήνου και για θεραπευτικό σκοπό, αφού έχει μετατόπιση σπονδύλου και αν δεν επέμβει ο Κοκαλοθραύστης, οι εναλλακτικές είναι πανάκριβη εγχείρηση ή αναπηρία.
Εκτός από την σε ουδέτερο έδαφος φιλία της δεύτερης γενιάς μεταναστών, σαν αυτή του Ακίμ και του Μπουσδούκου, υπάρχουν και βήματα προς τη συμφιλίωση των δύο κρατών. Στις ανασκοπήσεις τις δεκαετίας, εκείνο που δεν ανασκοπήθηκε (επειδή συνήθως στις ανασκοπήσεις καταγράφονται ρητά γεγονότα και όχι αλλαγές νοοτροπίας, οι οποίες ακριβώς απαιτούν την απουσία επώδυνων γεγονότων) είναι η βελτίωση των ελληνοτουρκικών σχέσεων. Όλα αυτά δεν θέλουν να ισχυριστούν ότι η ιστορία τέλειωσε και ότι αποκλείεται να ξαναϋπάρξουν συγκρούσεις στο μέλλον, ενώ σε καμία περίπτωση δεν έχουν και πρόθεση να σχολιάσουν δηκτικά το παρελθόν. Καιρός απαιτεί και φέρνει τους αγώνες (όταν η πατρίδα σου είναι υπόδουλη), καιρός μπορεί να φέρει και το παιχνίδι. Ως γενική πάντως παρατήρηση, η ζωή ανεξαρτήτως εποχών είναι και αγώνας και παιχνίδι, απλώς οι εποχές και οι συγκυρίες καθορίζουν την μεταξύ τους αναλογία.Η ζωή του Ζήνου είναι στο πολύ μεγάλο της ποσοστό αγώνας, καθώς του συμβαίνει κάθε πιθανή και απίθανη καταστροφή, αλλά ο Ακίν την παρακολουθεί με παιχνιδιάρικο βλέμμα. Αν το θέμα του «Soul Kitchen» είναι ο αγώνας του Ζήνου, ο σκηνοθετικός του τρόπος είναι το παιχνίδι, με αποτέλεσμα η ταινία να είναι απολαυστικά ανυψωτική. Και σίγουρα οι ελληνοτουρκικές σχέσεις είναι πολύ χαμηλά στη λίστα των ενδιαφερόντων της, ωστόσο η σύλληψη του σωτήριου βασανισμού του Καζαντζάκη από τον Κοκαλοθραύστη Κεμάλ είναι τόσο έξοχη, που κάνει τη σκηνή ανθολογίας• αν όχι κινηματογραφικής, σίγουρα σημειολογικής.
Μουσική γευσιγνωσία: Ο σεφ - καλλιτέχνης που θα αλλάξει ριζικά το εστιατόριο του Ζήνου βρίσκεται μονίμως στα πρόθυρα νευρικής κρίσης σαν τον Έκτορα Μποτρίνι και ωρύεται σαν τον Μπρούνο Γκαντζ στην Πτώση. Ως τώρα τους τάιζες σκουπίδια, λέει στο Ζήνο, αλλά λέει επίσης πως πέραν των γεύσεων σημασία καθοριστική έχει η παρουσίαση των πιάτων, η ψευδαίσθηση, το φαίνεθαι. Όσο για τους αρχικούς πελάτες του εστιατορίου, εκείνους που τρώνε το κατεψυγμένο ψάρι τους και το βρίσκουν απολαυστικό δεν μου φαίνονται (πιθανότατα επειδή γευσιγνωστικά στα επίπεδά τους κυμαίνομαι κι εγώ) εξ ορισμού περισσότερο αστείοι από όλους εκείνους που τρώνε «καλά» επειδή είναι της μόδας, επειδή η γκουρμεδιά έχει γίνει lifestyle. Περισσότερο πάντως από τα πιάτα, ο Ακίν φαίνεται να ενδιαφέρεται για τα τραγούδια της ταινίας του, ενσωματώνοντάς τα (σε συνεργασία με τον Μπουσδούκο) και χρησιμοποιώντας τα σαν μεγάλος σεφ.
Διαστρέφοντας το στιγμιαίο: Στην τρέλα του επάνω ο σεφ έχει τιγκάρει τα φαγητά με αφροδισιακά και το εστιατόριο μετατρέπεται σε χώρο οργίων. Ένας θαμώνας την ώρα που κάνει σεξ με μια άγνωστη, την βιντεοσκοπεί με το κινητό του και μετά το δείχνει στον συμμαθητή του (με τον οποίο όταν πηγαίνανε μαζί σχολείο, καθότανε στο διπλανό θρανίο). Και συνειδητοποιείς πώς το χυδαίο δεν βρίσκεται στο ότι εκμεταλλεύτηκε την έλλειψη αναστολών της και την κάψα της που την έκανε να κάνει κάτι που δεν θα έκανε υπό νορμάλ συνθήκες, αλλά στο ότι αποτυπώνοντας (χωρίς συναίνεση και για όχι αυστηρά ιδιωτική χρήση) το σεξ τους, διαστρέφει τη φύση όχι μόνο μιας ιδιωτικής στιγμής. μετατρέποντάς την σε δημόσια (ο συμμαθητής ούτως ή άλλως την έβλεπε, αφού η φάση γινόταν στο εστιατόριο), αλλά και μια στιγμής «στιγμαίας», μετατρέποντάς την σε μόνιμη και πρόσφορη για ατέλειωτες επαναλήψεις.
Απέραντο μη γαλάζιο: Στην αρχή σχετικά της ταινίας δυο εφοριακοί έρχονται και κατάσχουν κάτι μηχανήματα από το εστιατόριο. Ο Ζήνος τους ακολουθεί προσπαθώντας να τους μεταπείσει, κι όπως τους βλέπουμε να βγαίνουν στο δρόμο, στο βάθος πίσω τους προβάλλει ένας κατασυννεφιασμένος ουρανός, που είναι σαν να έχει πέντε στρώματα σύννεφα, το ένα πάνω στο άλλο, το ένα πιο μουντό από το άλλο. Πολύ συχνά στις ταινίες η κατάσταση του ουρανού στο πλάνο είναι εσκεμμένη, εδώ όμως κατά πάσα πιθανότητα δεν πρόκειται για μια τέτοια περίπτωση, αλλά απλά για το φυσικό φόντο του Αμβούργου. Διαβάζω ότι η θερμοκρασία στο Αμβούργο κυμαίνεται το καλοκαίρι από 19,9 έως 22,2 βαθμούς κελσίου, ενώ πριν λίγες μέρες κάναμε στην Αθήνα Πρωτοχρονιά με 22 βαθμούς, θερμοκρασία που την λες μεν αφύσικη για τα δεδομένα μας, αλλά δεν παύει να είναι μια ανωμαλία που επιτρέπει να πας το παιδί σου σε παιδική χαρά, δεν παύει να είναι μια ανωμαλία που την λες και χαρά Θεού• ανώμαλη χαρά Θεού, έστω. Σε αντίθεση με τον ουρανό του Αμβούργου, στο «Soul Kitchen» επικρατεί λιακάδα στη διάθεση• για την ακρίβεια, μια σόουλ λιακάδα.
(Κείμενο γραμμένο για το ελculture)

7 Comments:

At 1/06/2010 12:17:00 π.μ., Blogger fpboy said...

Είχαι πολύ αγωνία για αυτή την ταινία, , μήπως και βγει πατάτα,
αλλά τελικά ήταν τέλεια και έπεσε πολύ γέλιο.
Mια χαρά...

 
At 1/06/2010 08:36:00 π.μ., Anonymous Κρυστάλλης said...

Μ'άρεσε αυτό που έγραψες για τη διαστροφή του στιγμιαίου. Συνήθως ψάχνοντας να αποθανατίσουμε μια στιγμή, την καταργούμε και αντί για αναμνήσεις αποτυπώνουμε εικόνες. Είναι και αυτή μια ασθένεια της εποχής, όχι τόσο ως προς τα μέσα που χρησιμοποιούμε αλλά ως προς τις πλέον ιδιαίτερες στιγμές που αυτά παρεισφρύουν. Υποθέτω ο τύπος στην ταινία τη στιγμή του σεξ έπαιρνε μεγαλύτερη ευχαρίστηση από την προοπτική να δείξει στους φίλους του το βίντεο που τραβούσε, παρά από την πράξη καθαυτή.

 
At 1/06/2010 05:49:00 μ.μ., Anonymous Ανώνυμος said...

Πλανάσαι πλάνην οικτράν old boy εάν νομίζεις ότι έχει υπάρξει βελτίωση των ελληνοτουρκικών σχέσεων την τελευταία δεκαετία.

Που τη βασίζεις αυτή τη διαπίστωση;

Στις καθημερινές παραβάσεις και παραβιάσεις του FIR και του εθνικού εναέριου χώρου;
Στις υπερπτήσεις ελληνικών κατοικημένων νησιών;
Στη συρρίκνωση του ελληνισμού της Πόλης;
Στη Θεολογική σχολή της Χάλκης που παραμένει κλειστή για 38 χρόνια;
Στις κατασχέσεις της ακίνητης περιουσίας των ομογενειακών ιδρυμάτων; Στην απαγόρευση διδαχής της ελληνικής ως ξένης γλώσσας στην Τουρκία;
Στην προώθηση δεκάδων χιλιάδων λαθρομεταναστών ετησίως από τις τουρκικές ακτές προς τα ελληνικά νησιά;
Στην άρνηση εφαρμογής του Πρωτοκόλου επανεισδοχής;
Στη διάτηρηση στρατού κατοχής στην Κύπρο;
Στη μη αναγνώριση της Κυπριακής Δημοκρατίας;
Σε τι που άλλαξε την τελευταία δεκαετία;

 
At 1/07/2010 12:56:00 π.μ., Blogger Old Boy said...

Στο ότι η βελτίωση νοοείται πάντα συγκριτικά.
Συγκριτικά λοιπόν με τις προηγούμενες δεκαετίες, όπου ακόμη και το 1996 είχαμε φτάσει στα πρόθυρα πολέμου, υπάρχει βελτίωση.

 
At 1/07/2010 01:06:00 π.μ., Blogger Old Boy said...

Fpboy, και δύο χαρές ενδεχομένως :)
Kρυστάλλη, από την πλευρά του «θυματος» το προσέγγισα, αλλά κι από την πλευρά του «θύτη» δίκιο έχεις.

 
At 1/07/2010 09:22:00 π.μ., Anonymous Ανώνυμος said...

Ολντ Μπόυ, όταν άτομα κάποιας μόρφωσης όπως εσύ, έχουν τόσο στρεβλή και απατηλή, εκτός τόπου και χρόνου, εντύπωση της πραγματικότητας των ελληνοτουρικικών σχέσεων, αυτό δείχνει την τεράστια ισχύ που έχουν επί της κοινωνίας μας οι προπαγανδιστικοί μηχανισμοί αποβλάκωσης και αποπροσανατολισμού.

Ντρέπομαι για λογαριασμό σου (γιατί και επιμένεις βλακωδώς, εν τη αγνοία σου) και θρηνώ για την τύχη αυτού του λαού.
Με ειλικρινή λύπη, αγάπη και συμπονετική αηδία
Σύγκουμ Πάρος

 
At 1/07/2010 06:42:00 μ.μ., Blogger Old Boy said...

Ό,τι πεις.

 

Δημοσίευση σχολίου

<< Home