Πέμπτη, Ιουλίου 31, 2008

Μισή Γουρουνιά

«Κάπου το διάβασα, αλλά δεν θυμάμαι σε ποιον αποδίδεται: «Η ακρίβεια δεν είναι αρετή, είναι υποχρέωση».
Το θυμήθηκα εξ αφορμής του περιστατικού που μου συνέβη προ ημερών. Ημουν στο Γκάζι, όταν ο οδηγός ενός αυτοκινήτου με ρώτησε αν ξέρω πού είναι η οδός «Ευμολπίδων» (sic). Του είπα ότι δεν ήξερα και, φυσικά, ότι λυπόμουν. Στ' αλήθεια λυπόμουν, διότι αν με είχε ρωτήσει πού είναι η οδός «Ευμολπιδών» θα του έλεγα ότι ήταν η πρώτη παράλληλος αριστερά του. Είπαμε όμως: η ακρίβεια είναι υποχρέωση, δεν είναι αρετή...».

(ήταν ένα απόσπασμα από το κυριακάτικο έπος «Η Πανδώρα βάζει τα γυαλιά στους αγράμματους» ή «Η μόρφωση είναι μισή γουρουνιά»).

Τετάρτη, Ιουλίου 30, 2008

Ισότητα τώρα

Δεν μπορώ να φανταστώ ότι υπάρχει κάποιος σε αυτή τη χώρα που δέχεται να έχουμε πολίτες δύο ταχυτήτων και άλλοι να βρίσκονται εκτός και άλλοι εντός φυλακής. Ισότητα τώρα: όσοι δεν είναι φυλακή να μπουν.
Δεν μπορώ να φανταστώ ότι υπάρχει κάποιος σε αυτή τη χώρα που δέχεται να έχουμε ανθρώπους δύο ταχυτήτων και άλλοι να είναι αρτιμελείς και άλλοι ανάπηροι. Ισότητα τώρα: όλοι στο αναπηρικό καροτσάκι.

Τρίτη, Ιουλίου 29, 2008

1001

Αντιστρέφοντας το σύνηθες ελληνοκεντρικό βλέμμα της η ελληνική τηλεόραση
θεωρεί είδηση πρώτου βεληνεκούς τους ως τώρα 17 νεκρούς της Τουρκίας,
ενώ θεώρησε είδηση δεύτερου βεληνεκούς τους ως τώρα 8 νεκρούς της Ελλάδας.
Μπορεί το όνομα του ρόδου να μην προσδιορίζει την μυρωδιά του, ωστόσο η πολιτική μυρωδιά των γεγονότων προσδιορίζεται από την ονομασία τους.
Τρομοκρατία ονομάζεται αυτό που απειλεί την υπάρχουσα τάξη πραγμάτων, ενώ εργατικό ατύχημα αυτό που υπηρετεί την υπάρχουσα τάξη πραγμάτων.
Η λέξη «τρομοκρατία» έχει ήδη σε γλωσσικό επίπεδο καταδικάσει το εκάστοτε συμβάν: το εκάστοτε συμβάν είναι εκ των προτέρων εγκληματικό.
Η λέξη «ατύχημα» έχει ήδη σε γλωσσικό επίπεδο αθωώσει το εκάστοτε συμβάν: το εκάστοτε συμβάν όπως και να ΄χει «δεν το ήθελε» κανείς.
Χιλιοειπωμένα όλα αυτά, σύμφωνοι. Χιλιοστή πρώτη λοιπόν.

Δευτέρα, Ιουλίου 28, 2008



Κυριακή, Ιουλίου 27, 2008

Νικώντας την αϋπνία

Αρχές Νοεμβρίου 2007, Λονδίνο. Eνώ συμμετέχει ακόμη στα γυρίσματα του Μπάτμαν, ενώ ακόμη μπαίνει και βγαίνει στη στολή του κλόουν, ενώ ακόμη ντύνεται και γδύνεται το χαμόγελο του Τζόκερ, o Xιθ Λέτζερ είναι υποχρεωμένος να δίνει παράλληλα συνεντεύξεις για την αμέσως προηγούμενη ταινία που γύρισε, το «Ι’ m not there», στο οποίο υποδύεται μια εκδοχή του Ντίλαν. Η δημοσιογράφος των «Νew York Times» καταγράφει εν αγνοία της την εξελικτική πορεία προς τον θάνατό του: «Την περασμένη εβδομάδα», της λέει, «πρέπει να κοιμόμουν κατά μέσο όρο ένα δίωρο τη μέρα. Δεν μπορούσα να σταματήσω να σκέφτομαι. Το κορμί μου ήταν εξαντλημένο αλλά το μυαλό μου εξακολουθούσε να δουλεύει». Ακόμη και κατά τη διάρκεια της συνέντευξης ο Λέτζερ αδυνατεί να μείνει σε μια θέση. Σηκώνεται και βάζει κι άλλο καφέ. Βγαίνει έξω και καπνίζει ένα τσιγάρο. Τινάζει τα μαλλιά του κάτω από την κουκούλα της μπλούζας του. Βγάζει την κουκούλα. Περνά μια ελαστική ταινία γύρω από τα μαλλιά του. Τη βγάζει. Φοράει ένα καπέλο. Βγάζει το καπέλο. Ξαναβάζει την κουκούλα. Βγαίνει έξω ξανά για να καπνίσει ξανά. «Καμιά φορά είναι ενοχλητικό να πρέπει να υπεραναλύεις τον εαυτό σου», της εξηγεί αμήχανα.
Τέλη Ιανουαρίου 2008, Σόχο, Μανχάταν. Πριν καν κλείσει τα 29 του και ενώ γυρνά ήδη την επόμενη ταινία του με σκηνοθέτη τον Τέρι Γκίλιαμ, ο Λέτζερ βρίσκεται νεκρός στο διαμέρισμά του. Η πρώτη νεκροψία δεν μπορεί να βγάλει πόρισμα και δυο εβδομάδες αργότερα η οριστική καταλήγει ότι ο θάνατός του ήταν προϊόν ατυχήματος, καθώς προήλθε από υπερβολική δόση κι ανακάτεμα έξι νόμιμων χαπιών. Χάπια αγχολυτικά, αναλγητικά, υπνωτικά. Βάλιουμ, Ξανάξ, Οξυκοντίν, Βικοντίν, Γιούνισομ, Εuhypnos (ο καλός ο ύπνος).
Θα προωθούσαν τον Μπάτμαν σε μεγάλο βαθμό πάνω στην ερμηνεία του. Τώρα δυο φορές καλύτερα. Τώρα το μπλοκμπάστερ -το καλλιτεχνικό έστω μπλοκμπάστερ με όραμα- μετατρέπεται σε αυτό που λείπει από την εποχή μας. Μετατρέπεται σε κάτι διαφορετικό από προϊόν, σε κινηματογράφηση μιας μετάβασης. Αλήθεια ή υπερβολή, όπως και να ΄χει η μεγάλη του ερμηνεία παίρνει αμετάκλητα τον χαρακτήρα της κατάρας, των άκρων, της υπέρβασης των ορίων. Τον οδήγησε ή δεν τον οδήγησε ο Τζόκερ στον μεγάλο ύπνο; Ποιος ξέρει; Αλλά στο ασφαλές παιχνίδι της σόου μπιζ, εκεί όπου όλα πια ελέγχονται και κανείς πια δεν πεθαίνει από ναρκωτικά, ο Λέτζερ χάνεται και μαζί του όλα αυτά τα εκατομμύρια δολάρια που θα έβγαζε πάνω του η κινηματογραφική βιομηχανία.
Είχες ήδη αρκετές μεγάλες ερμηνείες πίσω σου. Μα κυρίως τα είχες όλα μπροστά σου. Ήθελες να το ψάξεις όσο περισσότερο γίνεται. Να δεις ως πού μπορείς να φτάσεις υποδυόμενος άλλους. Πόσο περισσότερο άλλος μπορείς να γίνεις. Ένα κουμπί μόνο έψαχνες. Έναν τρόπο να κλείνεις τους διακόπτες, γιατί από το πικ της δημιουργικότητας και του μέσα σου σκαψίματος αδυνατούσες να ηρεμήσεις. Ένα κουμπί να σε ανοιγοκλείνει και να σου επιτρέπει να ξεκουράζεσαι. Μακάρι να γινόταν αλλιώς, μακάρι, όπως ο Καβάφης «μες στην τέχνη πάλι, ξεκουραζόταν από τη δούλεψή της», να μπορούσες κι εσύ μες το ξύπνιο να ξεκουραζόσουν από το ξύπνιο. Αλλά δεν πάει έτσι. Τα μάτια πρέπει να κλείνουν. Το σώμα πρέπει να ακινητοποιείται. Το μυαλό πρέπει να σταματήσει να δουλεύει, ώστε να αρχίσει να δουλεύει με τον τρόπο του ύπνου. Τα διαλείμματα στη συνείδηση είναι πιο αναγκαστικά και από αυτά για τις διαφημίσεις.
Χάπια για το άγχος. Χάπια για τον πόνο. Χάπια για τον ύπνο. Νόμιμα όλα. Τα παίρνεις σε κοκτέιλ όλα. Για να μπορέσεις να κοιμηθείς. Για να μπορέσεις να ηρεμήσεις. Για να ακολουθήσει το μυαλό σου το σώμα σου. Για να σταματήσει να γυρίζει. “There's must be some kind of way out of here” said the joker to the thief. There’ s too much confusion, I can’t get no relief. Απόψε θα κοιμηθείς ο κόσμος να χαλάσει.
Ο κόσμος χάλασε. Γαμιέσαι.
(Κείμενο γραμμένο για το «SMS» της «SportDay»)

Παρασκευή, Ιουλίου 25, 2008

Η σκιά στο νερό

Μόλις είχαν κάνει έρωτα. Είχε ξαπλώσει δίπλα της λαχανιασμένος και ιδρωμένος στο φουλ. Γύρισε και του μίλησε για αγάπη:
«Ξέρεις, εμείς στην Ταϊλάνδη αγαπάμε πολύ τον βασιλιά μας».
Φυσικά και το ήξερε, απλά δεν του το είχαν ξαναπεί σε μια τέτοια περίσταση. Για όλα υπάρχει η πρώτη φορά. Πετάχτηκε από το κρεβάτι και έφερε το λάπτοπ. «'Ελα να σου δείξω την αγαπημένη μου φωτογραφία», της είπε και το άνοιξε ανάμεσα στα γυμνά τους σώματα, που φωτίζονταν πλέον μόνο από την αγαπημένη του φωτογραφία.
Ήταν η σκιά της Αυτού Εξοχότητος. Δείχνοντάς της την, της διηγήθηκε ότι μια ηλιόλουστη ημέρα στο παλάτι του Klai Kang won, στο Hua Hin, στην επαρχία Prachuap Khiri Khan, ο βασιλιάς είδε την αντανάκλαση του μέσα στην πισίνα και τον ερέθισε δημιουργικά το φωτογραφικό γεγονός ενώπιον του. Κρατώντας τον λεπτό κορμό ενός φοίνικα για να μην πέσει, ο βασιλιάς έγειρε πάνω από την πισίνα και έβγαλε πολλές φωτογραφίες, με αποτέλεσμα να έχουμε εμείς τη δυνατότητα να απολαύσουμε την μελέτη της Αυτού Εξοχότητος πάνω στην αυτοπροσοπωγραφία της σκιάς του.
Όσο της τα περιέγραφε τον άκουγε μαγεμένη. Του ζήτησε το λάπτοπ. Την φίλησε και γύρισε να κοιμηθεί. Ξύπνησε από την ένταση δίπλα του. Είχε το λάπτοπ μπροστά από τα ανοικτά της πόδια και η βρεγμένη σκιά του βασιλιά την είχε φέρει σε έναν οργασμό διαφορετικής τάξης από εκείνους που είχε πριν μαζί του, σε έναν οργασμό σχεδόν ανίερο και αιμομικτικό.
Το υγρό μυστήριο της σκιάς του, το υγρό μυστήριο του κορμιού της, ο βασιλιάς ήταν εκεί κι όμως δεν ήταν, ήταν πίσω από τη σκιά, δημιουργός της και αντανάκλασή της, εκείνη ήταν εκεί κι όμως δεν ήταν, ήταν πίσω από τον οργασμό, δημιουργός του και αντανάκλασή του, τον βασιλιά τον κοίταξε ο ήλιος και γέννησε σκιά, την σκιά την κοίταξε ο βασιλιάς και γέννησε φωτογραφία, το βλέμμα του ήλιου πάνω στο σώμα του βασιλιά, το βλέμμα του βασιλιά πάνω στο βλέμμα του ήλιου πάνω στο σώμα του, το σώμα του πάνω στο σώμα της, το βλέμμα της πάνω στο βλέμμα του, τα βλέμματα ταχυδακτυλουργικά πολλαπλασιάζονται, τα σώματα ταχυδακτυλουργικά πολλαπλασιάζονται, το σώμα της δέχεται τη σκοτεινή πλευρά του σώματός του, τα γεννητικά της όργανα τα φωτίζει η σκιά του, τη ζωή της τη φωτίζει το φως του, παντού είναι νύχτα και εκείνος βλέμμα, σώμα, αγάπη, ήλιος και νερό.

Στις εύπορες κορασίδες λέμε ναι

Τέσσερεις μέρες μετά όμως, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας δεν φαίνεται να αντιλαμβάνεται τα αυτονόητα, δεν φαίνεται να αντιλαμβάνεται δηλαδή ότι «κάποτε πρέπει να τελειώνουμε με τον διαγωνισμό καλών παιδιών και απόρων κορασίδων», και κάθεται και παπαρολογεί με επετειακά τσιτάτα του στυλ «Πολιτική χωρίς ηθική είναι μια επικίνδυνη υπόθεση».
Νισάφι με την ρετρό ηθικολογία.
Δεν έχει ανάγκη την ηθικολογία η δημοκρατία. Η δημοκρατία έχει ανάγκη την πολιτική.
Επιστροφή στην πολιτική, επιστροφή στον πολιτικό γίγαντα Κώστα Σημίτη, με εκ δεξιών του καθήμενο τον Τάσο Μαντέλη και εξ ευωνύμων του τον Θόδωρο Τσουκάτο.
Δεν έχει σημασία αν τα έπιασε ο Ρόκος. Όλοι τα πιάνουν. Σημασία έχει αν ο Ρόκος έφερνε αποτέλεσμα στον τομέα της αρμοδιότητάς του. Αυτό και μόνο αυτό. Όλα τα άλλα μας απομακρύνουν από την ουσία της πολιτικής.
Ο Κώστας Σημίτης είναι γίγαντας και όχι νάνος. Φέρθηκε ως νάνος ακριβώς επειδή είναι γίγαντας. Θυσίασε το προφίλ του ακριβώς για να μην αφήσει την ανέξοδη ηθικολογία να απορροφήσει την πολιτική.

Πέμπτη, Ιουλίου 24, 2008

Τύχη αγαθή

Πραγματικά αγνώριστος ο Κώστας Κουκοδήμος (που αναγκάστηκε να αφήσει γενειάδα και αλογοουρά προκειμένου να αποφύγει τον απηνή δικαστικό έλεγχο της εισαγγελέως Μαρίας Γκανέ) επιστρέφει μετά την τελική δικαίωσή του στην κοινοβουλευτική ομάδα της Νέας Δημοκρατίας, αφού τελικά αποδείχθηκε ότι ο βουλευτής που μεσολάβησε για λογαριασμό των Κλαδά και Θέμου ήταν ο Πέτρος Τατούλης, ο οποίος συνελήφθη και κρατείται.
Εν τω μεταξύ φουντώνει η αγανάκτηση του απλού λαού για τον υπερβολικό μισθό που εισέπραττε ο κοπρίτης Γιώργος Ζορμπάς, ο οποίος κονομούσε τα κέρατά του χωρίς να παράγει έργο, αγανάκτηση όμως που όσο δεν μετουσιώνεται σε βία κατά του τρωκτικού Ζορμπά, θα είμαστε όλοι άξιοι της μοίρας μας.
Τέλος, πρωτοφανές γεγονός συνέβη στο πρες ρουμ, όταν ο Θεόδωρος Ρουσόπουλος, ενώ ήταν ντυμένος στις συνήθεις ανοιχτόχρωμες αποχρώσεις του, ενώ κοιτούσε με το συνήθη τρόπο τα χαρτιά του αντί τους δημοσιογράφους και ενώ υπομειδιούσε με το συνήθη τρόπο του μέχρι την ολοκλήρωση της κάθε απάντησής του οπότε και έστρεφε το τροπαιούχο βλέμμα του στον ερωτώντα, έχασε για μια στιγμή τον πλήρη έλεγχο των πνευματικών του λειτουργιών, στιγμή που στάθηκε όμως αρκετή ώστε η αυταρέσκειά του να μετατραπεί σε ασώματη αυτοϊκανοποίηση, αυτοϊκανοποίηση που οδήγησε την εικόνα του σε εκρηκτική ανάληψη στους ουρανούς εντός άρματος πυρός, ανάμεσα σε καπνούς και πλήθος άλλων ειδικών εφέ, την ώρα που από ψηλά ακούγονταν χορωδιακά σεμνοταπεινών αγγέλων.

Τετάρτη, Ιουλίου 23, 2008

Radio Days

Όταν πήγαινα δημοτικό είχα βρεθεί στην ΕΡΤ, σε μια ραδιοφωνική εκπομπή για παιδιά, όπου είχα διαβάσει ένα ποίημά μου για το Πολυτεχνείο, ένα ποίημά μου που το είχαν γράψει οι γονείς μου. Έκτοτε έκοψα μαχαίρι τις σχέσεις μου με την ποίηση. Με τους γονείς μου μου πήρε λίγο περισσότερο. Ακόμα το παλεύω για την ακρίβεια. Όπως και να ΄χει ο ατζέντης μου μου ανακοίνωσε ότι αυτήν την εβδομάδα ήρθε η ώρα ο ενήλικος εαυτός μου να ανατρέψει το σκορ κάνοντας το 2-1 σε βάρος του ανήλικου. Με άλλα λόγια για δύο και μοναδικές παραστάσεις:
1) Τετάρτη 23 στις δέκα το βράδυ λάιβ στο Fight Club, στον Σπορ Εφ Εμ και τους 94,6.
2) Σάββατο 26 στη μία το μεσημέρι ντεντ στον Πιτσιρίκο, στον Σκάι και τους 100,3.
Γκρούπις εκτός Αθηνών (κάτοικοι Χονολουλού, Σεούλ κλπ) μπορούν να ακούσουν μέσω ίντερνετ. Ποιήματα δεν θα διαβαστούν. Νομίζω δηλαδή.

Δευτέρα, Ιουλίου 21, 2008

Η Αβάσταχτη Βαρύτητα του Είναι

Τραγωδία πριν από λίγα λεπτά στο αρχαίο θέατρο της Επιδαύρου, όταν ο Κώστας Γεωργουσόπουλος, αφού ολοκλήρωσε την τριήμερη κριτική του για το «ΒΑΤΡΑ-Χ» του Δημήτρη Λιγνάδη, αυτοπυρπολήθηκε μην μπορώντας να αντέξει την βεβήλωση που υπέστη ο χώρος δέκα μέρες πριν.
Ο γνωστός κριτικός πέθανε κρατώντας σφιχτά μια Παλαιά Διαθήκη, οι στάχτες της οποίας ανακατεύτηκαν με τις δικές του και διασκορπίστηκαν στο θέατρο. Το υψωμένο φρύδι του όμως εξακολουθεί να καίγεται, ενώ επίγειες και από αέρος δυνάμεις της πυροσβεστικής προσπαθούν ανεπιτυχώς έως τώρα να θέσουν την εστία υπό έλεγχο.
Το έργο τους δυσχεραίνει το γεγονός πως το φλεγόμενο φρύδι δεν μένει σε ένα σημείο, αλλά ταξιδεύει προς Αθήνα, με αδιευκρίνιστους έως τώρα σκοπούς, κατά πάσα πιθανότητα όμως εκδικητικούς, καθώς εκτιμάται ότι θέλει να καρφωθεί στο πρόσωπο όλων όσων δεν σεβάστηκαν το Βάρος της Κληρονομιάς του Ελληνικού Παρελθόντος.
Και είναι πολλοί.

Κυριακή, Ιουλίου 20, 2008

Λίγα ψίχουλα αγάπης

Eννέα Βρετανίδες συνελήφθησαν στον Λαγανά της Ζακύνθου επειδή συμμετείχαν σε δημόσιο διαγωνισμό στοματικού έρωτα. Οι δικηγόροι τους επικαλέστηκαν το δεδικασμένο από το γνωστό σκετς των Μόντι Πάιθον με το πειραγμένο ουγγροαγγλικό λεξικό: Ούγγρος μπαίνει σε καπνοπωλείο του Λονδίνου για να αγοράσει τσιγάρα και συμβουλευόμενος το λεξικό κάνει ανήθικες προτάσεις στον καπνοπώλη, που εξοργισμένος φωνάζει έναν αστυνομικό. Ο Ούγγρος προσπαθώντας να εξηγήσει στον αστυνομικό τι συμβαίνει του επισημαίνει ότι «οι ρώγες του εκρήγνυνται από την ηδονή», ο εκδότης του λεξικού συλλαμβάνεται και μετά γίνεται κάτι άλλο και μετά κάτι άλλο, όπως είναι λογικό να συμβαίνει σε κάθε ιπτάμενο τσίρκο που σέβεται στοιχειωδώς την τρέλα του.
Κατά αντίστοιχο τρόπο κι εδώ οι τουρίστριες χάθηκαν στην μετάφραση, καθώς πλανήθηκαν θεωρώντας ότι θα συμμετείχαν σε διαγωνισμό λαγάνας στο γραφικό Τσιμπούκι της Ζακύνθου. Για την ακρίβεια, ενώ περίμεναν γονυπετείς να βρεθούν ενώπιον αυτού του ξεχωριστού είδους ψωμιού (για το μέγεθος του οποίου είχαν ακούσει τόσα και τόσα στην διψασμένη για μεσογειακό φοκλκόρ χώρα τους), ώστε να επιδοθούν στη συνέχεια στις λαγανοδρομίες, με τελική νικήτρια εκείνη που θα καταπιεί πρώτη και το τελευταίο ψίχουλο, βρέθηκαν προ απροόπτου και ενώπιον ανδρών που τους γύρεψαν λίγα ψίχουλα αγάπης και τι ψυχούλα θα παρέδιδαν αν αρνιόντουσαν, αφού all we need is love, love is all we need, love is all we need.
Αλλά αν αυτά τα δικολαβίστικα τερτίπια πιάνουν στην Ελληνική Δικαιοσύνη, υπάρχει πάντοτε μια ανώτερη ανακριτική αρχή, μια αρχή η οποία ξέρει να φέρει εις πέρας τις ανακρίσεις της γρήγορα και μεθοδικά. Kαταφτάνει λοιπόν αυτές τις μέρες στην Αθήνα κλιμάκιο της αμερικανικής δικηγορικής εταιρείας Debevoise and Plimpton LLP. Επικεφαλής του κλιμακίου θα είναι ο πράκτορας της αντιτρομοκρατικής υπηρεσίας του Ελ Έι, Τζακ Μπάουερ, ο οποίος όταν ο συνεργαζόμενος με την εταιρία Αλέξανδρος Λυκουρέζος δεν μπορεί να βγάζει τις απαντήσεις των ανακρινόμενων με το καλό, θα του ζητά με τον εμβληματικό ψιθυριστό του τρόπο να απομακρυνθεί από την αίθουσα: «Δεν έχουμε καιρό για καθυστερήσεις, Αλέξανδρε. Τα αδικήματα θα παραγραφούν από στιγμή σε στιγμή. Άσε με να κάνω τη δουλειά μου».
Ανεξάρτητα απ΄ όλα αυτά, το γεγονός ότι ο θρύλος των γηπέδων Ολυμπιάκος διαφήμιζε τα τελευταία χρόνια στην πολυφιλημένη ένδοξη φανέλα του την Vodafone και τη Siemens, δηλαδή τις δυο εταιρίες που ενέχονται στα δύο μεγαλύτερα σκάνδαλα των τελευταίων χρόνων, δημιούργησε δυσμενείς εντυπώσεις που έπρεπε να διασκεδαστούν. Ακριβώς την μέρα λοιπόν που η χώρα γέμισε πράσινες αφίσες με λεζάντα: «Ποιούς καλύπτει ο Παναθηναϊκός και οι Εισαγγελείς του; Όλα στο Φως. Καμία Συγκάλυψη. Καμία Συναλλαγή», γάβροι εισαγγελείς άσκησαν διωξεις για την υπόθεση της εξαγοράς του Γερμανού από την Cosmote, φέρνοντας τις διοικήσεις ΟΤΕ και Cosmote αντιμέτωπες με κακουργήματα, με αποτέλεσμα οι αιώνιοι αντίπαλοι να είναι αυτή τη στιγμή 2-2 στα επονομαζόμενα «σκάνδαλα χορηγών φάνελας», ενώ ισόπαλοι με 1-1 ήρθαν και στο επονομαζόμενο «ντέρμπυ τραγικών εντός κωμωδίας» και συγκεκριμένα στο ντέρμπυ Αισχύλου – Ευρυπίδη που διεξήχθη την περασμένη εβδομάδα στην Επίδαυρο με διαιτητή τον Γιώργο Μαρίνο. Αν το αποτέλεσμα παραμείνει ισόπαλο σε όλα τα επίπεδα, τον τελικό νικητή θα κρίνει ο Παναγιώτης Γιαννάκης με στρίψιμο νομίσματος. Κορώνα κερδίζει ο Πελεκάνος, γράμματα χάνει ο Περπέρογλου.
(Kείμενο γραμμένο για το «SMS» της «SportDay»)

Παρασκευή, Ιουλίου 18, 2008

Η υπεύθυνη μεταχείριση των θεσμών

Δικαίωμά όμως της Κυβέρνησης (αλλά και υποχρέωσή της) είναι τους θεσμούς που την ενοχλούν αντί να τους αμφισβητεί να τους καταργεί. Η αμφισβήτηση των θεσμών είναι βόμβα στα θεμέλια της δημοκρατίας. Αν ένας θεσμός θέτει προσκόμματα στον τρόπο που παίζεται το παιχνίδι, πολύ περισσότερο αν ένα πρόσωπο που κατέχει μια θεσμική θέση δεν παίρνει από λόγια, τότε η υπεύθυνη Κυβέρνηση της χώρας αντί να λαϊκίζει εξαφανίζει το θεσμό προκειμένου να ξεφορτωθεί το πρόσωπο.
Στο σημείο αυτό θέλω να εξάρω ένα παράδειγμα υποδειγματικής λειτουργίας των αρμόδιων ελεγκτικών μηχανισμών, το παράδειγμα της Υπηρεσίας Ειδικών Ελέγχων. Μιας Υπηρεσίας για τον πρώην επικεφαλής της οποίας έχει κατατεθεί στη Δικαιοσύνη πως με την μεσολάβηση πρώην και μέλλοντος δεδηλωμένου βουλευτή μου εκδήλωσε ενδιαφέρον να συγκαλύψει την υπόθεση των 5,5 εκατομμυρίων ευρώ του Θέμου Αναστασιάδη, αλλά κυρίως μιας Υπηρεσίας που μην έχοντας βγάλει κατά τα φαινόμενα πόρισμα για την υπόθεση αυτή, δηλαδή μην έχοντας κάνει σωστά τη δουλειά της, δίνει την ευκαιρία στον Αναστασιάδη να μηνύσει τον ανακριτή του, ο οποίος προσπάθησε να κάνει εκείνος τη δουλειά που όφειλε να έχει κάνει η ΥΠΕΕ.
Για το λόγο αυτό αποφασίζεται η κατάργηση της Ανεξάρτητης Αρχής του Ζορμπά, ενώ εξετάζεται το ενδεχόμενο τα μέλη του πολιτικού μου γραφείου να καταθέσουν άμεσα ως μάρτυρες κατηγορίας στην μήνυση του Αναστασιάδη.
Τέλος επειδή η ιστορία με το μαύρο πολιτικό χρήμα προς τα κόμματα πρέπει να χτυπηθεί στη ρίζα της, περιορίζουμε δραστικά τις προεκλογικές δαπάνες ψηφίζοντας τροπολογία για δημοσιοποίηση των γκάλοπ έως και μία ημέρα πριν τις εκλογές.
Είμαι ο Κώστας Καραμανλής και είμαι εδώ για να πολεμώ τη διαφθορά. Επιστρέφω τώρα στη σιωπή μου και το πλέι στέισόν μου».

Πέμπτη, Ιουλίου 17, 2008

Η Επιθυμία

Η ιδιάζουσα σχέση της με τις λέξεις φάνηκε από πολύ νωρίς. Πιο νωρίς από σχεδόν οποιονδήποτε άλλο, αφού άρχισε να μιλάει τόσο γρήγορα που όλοι πίστεψαν ότι πρόκειται για παιδί θαύμα. Μεγάλωσε διαψεύδοντας εν μέρει τις προσδοκίες που είχε δημιουργήσει, καθώς δεν είχε πετύχει κάτι αξιοσημείωτο στη ζωή της. Αλλά από την άλλη ποιός μπορούσε να πει με σιγουριά ότι δεν θα το πετύχαινε κάποια στιγμή στο μέλλον; Εξού και το εν μέρει. Το θαύμα που είχε υποσχεθεί μικρή εξακολουθούσε να το υπόσχεται και μεγάλη. Η λίγα χρόνια μικρότερη αδελφή της χωρίς να υποσχεθεί ποτέ τίποτα είχε ήδη πετύχει πολλά. Ωστόσο την ζήλευε διαισθανόμενη ότι η δική της ζωή, όσο πλήρης κι αν ήταν, ήταν ταυτόχρονα μοιραίο να είναι στεγνή από θαύματα.
Η ιδιάζουσα σχέση της με τις λέξεις πήρε νέα τροπή στην ηλικία των έξι ετών, όταν έκανε πέντε ολόκληρες μέρες για να πει λίγες («Είμαι καλά, μην κάνεις έτσι») λυγίζοντας τελικά στο κλάμα της μάνας της. Όταν ενηλικιώθηκε άρχισε να περνά μήνες μέσα στην πλήρη και απόλυτη σιωπή, σιωπή που κάλυπτε γράφοντας ασταμάτητα σελίδες, σελίδες που έσκιζε όταν ένιωθε την ανάγκη να ξαναμιλήσει. Με τέτοιες εκκεντρικότητες τα χρόνια περνούσαν και οι υποσχέσεις παρέμεναν υποσχέσεις: σχολές που ξεκινούσε με ενθουσιασμό για να τις βαρεθεί γρήγορα, χόμπι που ξεκινούσε με ενθουσιασμό για να τα βαρεθεί γρήγορα, ακτιβισμοί που ξεκινούσε με ενθουσιασμό για να τους βαρεθεί γρήγορα, σχέσεις που ξεκινούσε με ενθουσιασμό για να τις βαρεθεί γρήγορα.
Η μόνη σχέση της που δεν βαριόταν ήταν η ιδιάζουσα, αυτή με τις λέξεις. Τώρα για παράδειγμα θα μπορούσε να είχε επιθυμήσει τα πάντα, αλλά εκείνη είχε επιθυμήσει λέξεις. Λες και θα έβρισκε τι εκεί; Τι θα μπορούσαν να περιγράψουν οι λέξεις για εκείνη; Τι θα μπορούσαν να περικλείσουν από εκείνη; Ό,τι κι αν περιέκλειαν, με όση μαεστρία κι αν γράφονταν, τα σημαντικότερα θα τα άφηναν απ' έξω. Εξ ορισμού. Απλές λέξεις ήταν. Να ήταν βλέμματα, να ήταν συναισθήματα, να ήταν πόθοι, ναι. Τότε κάτι θα γινόταν. Αλλά λέξεις;
Γράφοντας τις παραπάνω λέξεις κατάλαβε ότι είχε έρθει η ώρα να απελευθερώσει το θαύμα που με τη βία κρατούσε τόσα χρόνια μέσα της, φοβούμενη ότι όταν το απελευθέρωνε θα έμενε μόνη και λιγότερο φωτεινή. Το θαύμα έγινε και οι λέξεις που έγραφε αποκλειστικά για την ίδια έπαψαν να είναι συνήθεις λέξεις κι έγιναν λέξεις ικανές, λέξεις επαρκείς να πουν την ιστορία της, την ιστορία της την ως τότε και την ιστορία της την από εδώ και πέρα, αλλά κυρίως την ιστορία της αυτήν ακριβώς τη στιγμή που τις έγραφε: όσο απόλυτα σίγουρη και συνειδητοποιημένη ήταν, άλλο τόσο είχε την αίσθηση μιας αναπόδραστης απώλειας, ενός σημείου από το οποίο δεν υπήρχε γυρισμός. Ένιωθε πιο ελεύθερη από ποτέ και πιο παγιδευμένη από ποτέ, ένιωθε παγιδευμένη στην ελευθερία της απόφασής της.
Αλλά κατάλαβε ότι στην πραγματικότητα ήταν ελεύθερη μέσα στην παγίδα στην οποία είχε κλειστεί: ελεύθερη απ' όλα, ελεύθερη από το θαύμα της, ελεύθερη από τις πολλαπλές εκδοχές του μέλλοντός της, ελεύθερη από τους πολλούς δρόμους που έως την τελευταία στιγμή πίστευε ότι μπορούσε να πάρει, ελεύθερη από την ιδεοληψία της ελευθερίας και τον καταναγκασμό των άπειρων επιλογών, μπορούσε ελεύθερα να αφοσιωθεί σε αυτό το οποίο την έκαιγε και την αφορούσε: τις λέξεις.
Τις λέξεις όμως ως πραγματοποιημένα θαύματα, τις λέξεις ως βλέμματα, ως συναισθήματα, ως πόθους.

Οι πρώτες δηλώσεις

Έφτασε σήμερα το απόγευμα στον διεθνή αερολιμένα του Ρίο «Ζιλμπέρτο Σίλβα» ο Ελευθέριος Βενιζέλος, στον οποίο και επιφυλάχθηκε αποθεωτική αποδοχή από περίπου 2.000 καριόκας.
Στις πρώτες του δηλώσεις ο Κρητικός σούπερσταρ εξέφρασε τον έντονο προβληματισμό του για την απονομή στον Σάκη Ρουβά του χρίσματος της εκπροσώπησης της Ελλάδας στην επόμενη Eurovision, τονίζοντας ότι κατά τη γνώμη του χάθηκε ασυγχώρητα πολύς χρόνος από τη διοίκηση της ΕΡΤ, καθώς απομένουν πλέον λιγότερο από δέκα μήνες για την τέλεση του διαγωνισμού και είναι αμφίβολο αν θα προφτάσει να ετοιμαστεί κάτι ευπρόσωπο την τελευταία στιγμή.
«Από τα τέλη Μαϊου ως τώρα τι έκαναν, τον χάιδευαν;», αναρωτήθηκε με ένα πικρό χαμόγελο και αυτές ήταν οι τελευταίες λέξεις που πρόλαβε να πει προτού χαθεί στην αγκαλιά τριών μουλάτων, που περνώντας στο λαιμό του κασκώλ άρχισαν να χοροπηδούν τραγουδώντας «Οέ - Αιώνια πιστός - Δεν γίνεται αλλιώς - Εκατό χρόνια βενιζελικός».

Τετάρτη, Ιουλίου 16, 2008

Over the Epidaurus Hill

Μοιράζουμε το Σάββατό μας μεταξύ ενός από τους παλαιότερους καλλιτέχνες του Γένους, του Αριστοφάνη, και μιας από τις νεότερες καλλιτέχνες του Γένους, της Mόνικας. Προτείνω να πάμε Επίδαυρο πιο πολύ για την μικρή εκδρομή και την αναγκαία αλλαγή παραστάσεων, η οποία μπορεί να συμπεριλαμβάνει και μια ενδιαφέρουσα παράσταση, χωρίς να είναι πάντως από μόνη της η αιτία της εξόδου. Την Μόνικα πάλι την ακούμε στη διαδρομή αυτοτελώς, χωρίς πρόσθετα και συντηρητικά.
«Η κωμωδία δεν είναι μουσείο» τραγουδούν στην Επίδαυρο, αναρωτιέμαι όμως αν οι «ΒATΡΑ-Χ» του Δημήτρη Λιγνάδη ήταν τελικά μια πρόταση για ένα νέο τρόπο προσέγγισης του Αριστοφάνη ή η ακούσια ομολογία ότι ο Αριστοφάνης δεν μπορεί πλέον να είναι τίποτε άλλο από έκθεμα στο μουσείο, ένα μουσείο που η παράσταση βανδάλισε εμπνευσμένα και με σεβασμό.
Αλλά τι σημασία έχει; Η παράσταση μού φάνηκε προϊόν μόχθου και γνώσης και είχε αρκετές ευφρόσυνες στιγμές. Αν το ευφρόσυνό της είναι υπέρ ή κατά του Αριστοφάνη ας το αποφασίσουν οι θεατρολόγοι και οι κριτικοί θεάτρου. Φαντάζομαι ότι ο Αριστοφάνης θα δεχθεί οποιαδήποτε απόφανση για την ανθεκτικότητα του έργου του σήμερα.
Όπως φαντάζομαι ότι δεν θα πολυαπασχολεί και την Μόνικα η τύχη του «Over The Hill» τον 46ο μ. Χ. αιώνα. Στο πήγαινε και το έλα της Επιδαύρου ένα Σάββατο του Ιουλίου του Οκτώ επιδρούσε πάντως μια χαρά. Καλή και άγια η διαχρονικότητα, αλλά έχει και το τώρα τη δική του ακατέργαστη απ' το χρόνο δύναμη: «Why? Tell me, why? You don't call me anymore. Don't you want me anymore?».
(Kείμενο γραμμένο για το «Exodos»)

Τρίτη, Ιουλίου 15, 2008

Η προσβολή

Κοιτούσε ψηλά έναν άγιο γύρω από τον οποίο έκαναν τούμπες δυο λιοντάρια.
Τον κοιτούσαν από απέναντι κάτι γριες με το κανιβαλικό βλέμμα που απαιτούν οι περιστάσεις: θα κλάψει, πόσο θα κλάψει, ποιός συγγενής δίπλα του θα κλάψει περισσότερο, κι ύστερα, όταν άνοιξε το φέρετρο, το βλέμμα τους καρφώθηκε μέσα του, πώς έγινε έτσι, αχ, μα πώς έγινε έτσι, δεν σκοτώνει ούτε ο θάνατος την μακροχρόνια αρρώστια;
Στο υπερπέραν κοιτούσαν ψάλλοντας δυο παπάδες κέρινα ομοιώματα, ζωντανά πλέι μπακ, ρομπότ, ο βαθμός μηδέν της συγκίνησης και της συμμετοχής, το ωράριο της δουλειάς, το δημοσιοϋπαλληλίκι του λατρευτικού, η καθημερινή τριβή με το θάνατο ως αποκτήνωση και αποστασιοποίηση, μια βαθύτατη προσβολή για κάθε άνθρωπο που πεθαίνει: οτιδήποτε άλλο εκτός από αυτό - οτιδήποτε.
Στον καφέ κοιτούσε διασκορπισμένους τους φίλους του στα μακρόστενα τραπέζια. Ήταν πολλοί. Κάπως σωστά πρέπει να είχε ζήσει ως τώρα και κάπως αληθινά.

Δευτέρα, Ιουλίου 14, 2008

Η Φυγή

- You're a manic-depressive!
- I am Shiva, the god of death.

«Φεύγω, κι αφήνω πίσω μου συντρίμμια,
αρρωστημένους και αγρίμια,
φεύγω, φεύγω,
φεύγω,
τώρα φεύγω».
Τόσο στις ταινίες όσο και στην πραγματικότητα οι καταρρεύσεις των δικηγόρων είναι οι πλέον φαντασμαγορικές: η σκοτεινή πλευρά της εγγενούς θεατρικότητας του επαγγέλματος. Η θεατρικότητα της κανονικότητας μετατρέπεται σε θεατρικότητα (όχι υποκρισία - θεατρικότητα) του μπρέικ ντάουν.
Οι αντοχές όλων στην πίεση δεν είναι ίδιες και τείνουμε να το ξεχνάμε αυτό.
Όταν ο Άλλος είναι ο Ύποπτος επιζητούμε να κατασπαραχθεί για να επέλθει δικαιοσύνη.
Όταν ο Άλλος όμως πέφτει πριν μερικούς μήνες από τον τέταρτο ή όταν αρχίζει να τραγουδάει on camera με αυτόν τον τρόπο το «Φεύγω», τότε φεύγουμε από το πεδίο των ιδεών, του δέοντος, του νόμου και της ηθικής και περνάμε στο καθαρά ανθρώπινο πεδίο, στο πεδίο των ανθρώπων που δεν αντέχουν να υπομείνουν αυτά που άλλοι στη θέση τους αντέχουν.
Και είναι αυτή η αδυναμία, είναι αυτό το λύγισμα που εξανθρωπίζοντας το όλο πεδίο είναι τελικά και ο μόνος καθαρός αέρας που φυσάει στο όλο σκηνικό και μας παρηγορεί υπενθυμίζοντάς μας ότι και όσοι παίζουν κάποιες φορές τον ρόλο του «κακού» δεν είναι μόνο «κακοί» ή δεν ήταν πάντα «κακοί», είναι πολλά πράγματα μαζί, είναι άνθρωποι και όχι αρχέτυπα, άνθρωποι και όχι σύμβολα.
Κι εγώ έχω γράψει διάφορα για τον «αυτοκτονικό ιδεασμό», κι εγώ μέχρι να δω το «Φεύγω» θεωρούσα την συμπεριφορά του συγκεκριμένου ανθρώπου επιτομή της αναξιοπρέπειας.
Όπως θεωρώ τη συμπεριφορά του Θέμου επιτομή του κυνισμού και της ξετσιπωσιάς.
Ενώ η συμπεριφορά του μεν μπορεί τελικά και να ήταν η υπαρκτή φυγή μπροστά στα δύσκολα και η συμπεριφορά του δε τα τελευταία απελπισμένα κόλπα για την αποφυγή της φυλακής.
Καλή και άγια η δίψα για δικαιοσύνη αλλά είναι μια δίψα σκληρή και κάθε τιμωρία, κάθε ποινή δεν παύει να κάνει κακό.
Ένα κακό που προφανώς σωστά υποχωρεί μπροστά στο γενικότερο καλό.
Αλλά αρκεί τελικά να μην ξεχνάμε αυτό: ότι κάθε φορά που δείχνουμε με το δάκτυλο ενόχους, δείχνουμε ταυτόχρονα με το δάκτυλο ανθρώπους.

Παρασκευή, Ιουλίου 11, 2008

Βρισιές αντί για Πέτρες

Πρώτα είδα αυτές τις αφίσες στο κέντρο:
Και μετά διάβασα αυτό:
Ένα βήμα παραπέρα έκανε χθες στη Βουλή ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ. Ο Γ. Παπανδρέου δεν περιορίστηκε στις παλιές και νέες προτάσεις, ούτε στην επισήμανση, ότι το πιο απειλητικό σκάνδαλο λέγεται διακυβέρνηση της Ν.Δ. Απευθύνθηκε στον πολίτη σε μια προσπάθεια να καταστεί σ' εκείνον σαφές ότι τα σκάνδαλα επηρεάζουν τη δική του ζωή. Πρόκειται για μια ανάλυση που αποσκοπεί, προφανώς, στην ευαισθητοποίηση του πολίτη, ο οποίος δείχνει να έχει συμβιβαστεί με την ιδέα των σκανδάλων, να έχει συνηθίσει στην μπόχα και στον βόρβορο που αναδύουν και, στη βάση της λογικής «όλοι ίδιοι είναι», να θεωρεί και να τείνει να εμπεδώσει ότι όλα όσα συμβαίνουν είναι συνυφασμένα με την καθημερινότητά του, με την πολιτική πρακτική και δεν επηρεάζουν τη δική του ζωή. Και η ανατροπή της πεποίθησης αυτής είναι το μεγαλύτερο στοίχημα για τα κόμματα της αντιπολίτευσης. Να πειστεί ο πολίτης ότι έχει χρέος να αντιδράσει.
---
Αντιλαμβάνομαι λοιπόν ότι η αφίσα και το άρθρο, το «Όλα στο Φως!» και το «Ξύπνα Πολίτη!», υπέπεσαν (προσέκρουσαν μάλλον και μάλιστα βίαια) στην αντίληψή μου στο χειρότερο δυνατό τάιμινγκ: βράδυ Παρασκευής με σαββατοκύριακο Ιουλίου να ακολουθεί, ό,τι και να γράψω σχετικά με το θέμα -όταν μάλιστα έχω γράψει και ξαναγράψει σχετικά με το θέμα- θα είναι εντελώς άκαιρο.
Αλλά δεν με ενδιαφέρει· όπως δεν με ενδιαφέρει αν θα γράψω κάτι εις βάρος του στυλ μου, της ειρωνείας μου, της αποστασιοποίησής μου, του ελεγχόμενου κυνισμού μου.
Με ενδιαφέρει αυτό:
- να πω ότι μετά την αφίσα και το άρθρο, το δικό μου σημείο αντοχής ξεπεράστηκε πια οριστικά και αμετάκλητα,
- να πω ότι ειλικρινά (ειλικρινά όμως) δεν έχω ξανααισθανθεί ποτέ τόσο πολύ μαλάκας,
- να πω ότι παρά τα φαινόμενα δεν ηθικολογώ και δεν είναι ηθικό το όριο αντοχής μου που ξεπεράστηκε· ηθικά μπορεί να είμαι χειρότερος από όλους, ηθικά μπορεί να είμαι δυο φορές ο Μαντέλης και τρεις ο Χριστοφοράκος,
- να πω δηλαδή ότι ξεπεράστηκε το όριο αντοχής της νοημοσύνης μου: δεν αντέχω να με θεωρούν τόσο μα τόσο πολύ ζώο, τόσο μα τόσο πολύ αμοιβάδα,
- να πω ότι τελικά δεν υπάρχει τρόπος να εκφράσεις την αγανάκτησή σου χωρίς ο λόγος σου να μην μοιάσει με το κλισέ της ξύλινης καταγγελολογίας,
- να πω ότι όμως δεν με νοιάζει· με νοιάζει να εκφράσω όσα ένιωσα.
Και επειδή το «θα μας πάρουν με τις πέτρες» είναι ορολογία που ο ίδιος ο Παπανδρέου χρησιμοποίησε πριν λίγες μέρες και επειδή δεν θέλω να πάρω με τις πέτρες κανένα και επειδή δεν ανέχομαι να μου κάνουν τόσο κουρέλι τη νοημοσύνη (και δεν μιλάω για τα αναπόδεικτα 100.000.000 ευρώ της Ζίμενς - μιλάω αποκλειστικά και μόνο για το 1.000.000 μάρκα της Ζίμενς προς το ΠΑΣΟΚ μέσω Τσουκάτου, υπόθεση που συγκαλύπτεται θεότρελα) αντί για τις πέτρες, σας παίρνω με τις βρισιές: γαμώ το μουνί της μάνας σας, γαμώ το μουνί της μάνας σας, γαμώ το μουνί της μάνας σας, γαμώ το μουνί της μάνας σας, γαμώ το μουνί της μάνας σας, γαμώ το μουνί της μάνας σας, γαμώ το μουνί της μάνας σας, γαμώ το μουνί της μάνας σας, γαμώ το μουνί της μάνας σας, γαμώ το μουνί της μάνας σας, γαμώ το μουνί της μάνας σας, γαμώ το μουνί της μάνας σας, γαμώ το μουνί της μάνας σας, γαμώ το μουνί της μάνας σας, γαμώ το μουνί της μάνας σας, γαμώ το μουνί της μάνας σας.

Free

Free Tason Mandeli
Free free
Free free free Tason Mandeli

Free Tason Mandeli

21 years in captivity
Shoes too small to fit his feet
His body abused, but his mind is still free
You're so blind that you cannot see

Free Tason Mandeli

Πέμπτη, Ιουλίου 10, 2008

Γελώντας στο καμιόνι

Ήταν σαν να βρίσκεται μέσα σε ταινία επιστημονικής φαντασίας ή μέσα σε όνειρο. Είχε επίγνωση ότι όσα συνέβαιναν όχι απλά ξέφευγαν της λογικής αλλά είχαν και τη διάρθρωση ταινίας, ωστόσο η επίγνωση αυτή δεν ήταν ακριβώς καθησυχαστική αφού δεν έπαυε να ζει αυτό που ζούσε. Κι αυτό που ζούσε ήταν φυσικά η καταστροφή του κόσμου. Δεν μπορούσε να συνειδητοποιήσει ποιά ήταν ακριβώς η αιτία της καταστροφής -κάτι που πράγματι συντελούσε στην εκδοχή του ονείρου- πάντως το γεγονός παρέμενε ότι διαρκώς τα περιθώρια επιβίωσης στένευαν. Το κακό πλέον ερχόταν εκεί που βρισκόταν και δεν μπορούσε να το αποφύγει. Έχοντας εξαπλωθεί παντού είχε φτάσει η σειρά της δικής του γωνιάς του πλανήτη.
Τότε κατάλαβε ότι βρισκόταν στην καρότσα ενός στρατιωτικού καμιονιού. Απ' έξω φύσαγε εντελώς δυσοίωνα. Στο καμιόνι δυο πάγκοι αντικρυστοί, γεμάτοι με καμιά εικοσαριά ανθρώπους συνολικά. Το κύμα της καταστροφής τα επόμενα δευτερόλεπτα θα σάρωνε το μικρό τους καταφύγιο και όλοι θα γίνονταν σκόνη.
Κάποιος πρέπει να έκανε ένα πικρόχολο αστείο, να έκανε μαύρο χιούμορ σχετικά με το επερχόμενο τέλος τους (και πολύ πιθανόν με ό,τι είχε προηγηθεί του τέλους τους, με την μέση και την αρχή τους), οπότε άρχισαν να γελάνε όλοι μαζί στο καμιόνι, άρχισαν να ξεκαρδίζονται στα γέλια.
Ακριβώς απέναντί του είδε ότι καθόταν ένα μωρό, που χωρίς να ξέρει γιατί γελούν όλοι οι υπόλοιποι άρχισε να γελά και αυτό, χαρούμενο, πάρα πολύ χαρούμενο, και όμορφο, πάρα πολύ όμορφο.
Η τελευταία σκέψη που πρόλαβε να σχηματίσει στο κεφάλι του πριν εξατμιστεί και το κεφάλι και οι σκέψεις του, ήταν η σκέψη της δικαίωσης του κόσμου, η σκέψη ενός κόσμου που παρόλη την καταστροφή του ήταν τελικά πλασμένος όπως θα έπρεπε να έχει πλαστεί.
---
Διυλίζοντας τις εξατμισμένες σκέψεις όλων εντόπισαν και τη δική του, που καθόλου πρωτότυπη δεν ήταν, αφού την είχαν συναντήσει σε διαφορετικές εκδοχές σε πάρα πολλούς άλλους. Αναρωτήθηκαν γιατί το είδος που είχε μόλις εκλείψει είχε τέτοια εμμονή με τις κατώτερες μορφές ζωής των μικρών ανθρώπων. Γνωρίζοντας ότι κάθε τι ευγενικό και όμορφο είναι καθαρά πνευματικής υπόστασης, αδυνατούσαν να αντιληφθούν πώς μπορούσαν αυτές οι πρωτόγονες πνευματικές οντότητες να συγκινούν τόσο πολύ την ανθρωπότητα. Δεν είναι ότι δεν καταλάβαιναν τις ρίζες της συγκίνησής αυτής. Θεωρητικά τις καταλάβαιναν. Αλλά στην πράξη τους ήταν τόσο πολύ ξένες. Προεκτείνοντας την ημιτελή σκέψη του ανθρώπου στο καμιόνι, βλέπουν ότι αν προλάβαινε να την τελειώσει θα θεμελίωνε την ετυμηγορία του για τη δικαίωση του κόσμου στην αθωότητα του μωρού. Στην αντιδιαστολή της αθωότητας του δικού του γέλιου με τα γέλια όλων των υπολοίπων. Αλλά η αθωότητα προϋποθέτει δυνατότητα ενοχής. Γιατί είχε βαφτίσει αθώο κάποιον που ακόμη δεν είχε τη δύναμη να σκεφτεί;
Δεν έβγαζαν άκρη. Και τελειώνοντας με κάθε πολιτισμό ήθελαν να τον έχουν κατανοήσει πλήρως. Αποφάσισαν να τους ανασυνθέσουν για να τους μελετήσουν πιο εκτεταμένα.
---
Χάρη σε ένα μωρό ο κόσμος είχε προσωρινά σωθεί.
---
Μόλις διάβασαν αυτή τους τη σκέψη, μόλις είδαν ότι αποδίδουν στο μωρό κάτι που αφορούσε αποκλειστικά το βλέμμα τους πάνω στο μωρό, κατάλαβαν όσα ήθελαν να καταλάβουν και ξανακατέστρεψαν τον κόσμο.
Στο καμιόνι όλοι γελούσαν ξανά, απλά με ένα τροποποιημένο λόγω του deja vu αστείο. Μόνο το μωρό γελούσε για τον ίδιο ακριβώς λόγο που γελούσε και την πρώτη φορά.
Κοιτάζοντας το να γελά του φάνηκαν και πάλι όλα σωστά.

Γράφοντας κάτι άλλο

Αυτή εδώ είναι η Juno ΜacGuff (και καθόλου ΜacGuffin), που μπορεί παρόλη την εγκυμοσύνη της
η δική της εφηβεία να είναι πολύ περισσότερο λεία

και πολύ λιγότερο μπερδεμένη απ΄αυτή των ηρωίδων του Αlan Ball,

όπως επίσης μπορεί και η ταινία να μην κατορθώνει να

φτιάξει τον εντελώς δικό της κόσμο, όπως ας πούμε το «Rushmore»,
ωστόσο καθόλου κακή δεν είναι ούτε σκηνοθετικά και φυσικά ούτε σεναριακά, και είναι ακριβώς για το σενάριό της που θέλω να μιλήσω ή μάλλον για τη σεναριογράφο της ή μάλλον για την ιστορία της σεναριογράφου της ή μάλλον για μια πτυχή της ιστορίας της σεναριογράφου της που είδα στα έξτρας.
Είχα ακούσει ότι η Diablo Cody ήταν στριπτητζού. Εκείνο που δεν είχα ακούσει κι έμαθα από τα έξτρας, είναι ότι εκτός από στριπτητζού ήταν και μπλόγκερ και ότι ένας παραγωγός του Χόλιγουντ διάβαζε το μπλογκ της επί μήνες και το απολάμβανε, απολάμβανε τον τρόπο που έγραφε, ώσπου μια μέρα της έστειλε ένα μέιλ και την ρώτησε αν έχει σκεφτεί να γράψει ποτέ κάτι άλλο και για να μην τα πολυλογώ η Ντιάμπλο έγραψε κάτι άλλο, έγραψε και του έστειλε το πρώτο της σενάριο, που όχι μόνο έγινε ταινία, αλλά πήρε και το όσκαρ σεναρίου.
Ένα μπλογκ, ένα μέιλ, ένα σενάριο, μια ταινία, ένα όσκαρ.
Αυτά που λες.
Αυτά και μια ατάκα που λέει στο Τζουνί ο μπαμπάς Μακ Γκαφ:

Τετάρτη, Ιουλίου 09, 2008

Όπως πάντα ΙΙ: Η Επιστροφή του Αγοριού


«Αν κανείς πει «Είμαι φορτισμένος και γράφω ένα ποίημα», το ποίημα δεν θα έχει καμία σχέση με τέχνη. Για να υπάρξει τέχνη, χρειάζεται ένα τηλεσκόπιο -που λέει ο Προυστ- που φέρνει το μακρινό κοντινό και χρειάζεται το ομοίωμα, η μάσκα. Διαφορετικά έχουμε έναν αχταρμά αισθημάτων, που στο επίπεδο της τέχνης είναι απαγορευτικό».

Γιώργος Βέλτσος, «Βηmagazino», 6.8.08

Κουρασμένο από τους κανόνες των επαϊόντων το αγόρι αποφασίζει μια για πάντα την μοίρα του: θα είναι εξαιρετικό.

Οπλισμένο με τις άρτι αποκτηθείσες εξαιρετικές του δυνάμεις, το αγόρι φορτίζεται και αψηφώντας το απαγορευτικό βουτά στην φωτογραφία, όπου μετατρέπει τους κανόνες των κανονικών σε έναν αχταρμά από φύκια, φύκια μπλεγμένα στα μυαλά - απ' το στόμα φύκια.

Όντας πλέον εντός της φωτογραφίας τού μένει μόνο να αποφασίσει ποιό από τα δύο αγόρια είναι στην πραγματικότητα: εκείνο που τρέχει να φύγει ή εκείνο που μένει και χαμογελά;

Δευτέρα, Ιουλίου 07, 2008

Περαστικά. Και στα επόμενα με υγείαν.

- Ακολουθεί απορία:
Παρακολουθούμε τις τελευταίες μέρες τη δημοσιογραφική έρευνα που στοιχείο με το στοιχείο, αποκάλυψη με την αποκάλυψη, ανάγκασε το Λιάπη να βγει από την κρυψώνα του και να παραδεχθεί ότι αυτός ήταν ο υπουργός που ταξίδεψε. Όταν δημοσίευσε δε τα παραστατικά πληρωμής, η δημοσιογραφική έρευνα συνεχίστηκε με τον εντοπισμό σημείων που έχουν μείνει ακόμη σκοτεινά: δημοσιογράφοι ταξίδεψαν σε Αυστρία και Γερμανία για να ψάξουν πού ενοικίασε αυτοκίνητα, ποιός έκανε τις κρατήσεις του, αντιπαρατέθηκαν τα προγράμματα ταξιδιού του Λιάπη και του Χριστοφοράκου κλπ., με αποτέλεσμα ο Λιάπης να είναι σήμερα πολιτικά έκθετος.
- Η απορία λοιπόν είναι απλή:
Γιατί αντίστοιχος δημοσιογραφικός ζήλος δεν επιδείχθηκε για την υπόθεση του 1.000.000 μάρκων του Τσουκάτου προς το ΠΑΣΟΚ;
- Ο Γιώργος Καρελιάς δίνει μια απάντηση:
«Τι νομίζουν εκεί στο μέγαρο Μαξίμου, ότι υπάρχει συνωμοσία υπέρ του ΠΑΣΟΚ και κατά της κυβέρνησης; Η εξήγηση είναι πολύ απλή. Ο Τσουκάτος παραδέχτηκε το αμάρτημα, ο Λιάπης ακόμα προσπαθεί να κρυφτεί πίσω από εισιτήρια και πιστωτικές κάρτες. Αρα, για την πρώτη περίπτωση δεν υπάρχει «ψωμί», ενώ για τη δεύτερη πολύ. Επιπλέον, ο Τσουκάτος είναι ένας ...απόστρατος στρατηγός, ενώ ο Λιάπης υπουργός εν ενεργεία Και μάλιστα μιας κυβέρνησης που έχει κάνει σημαία την ηθικολογία (σεμνότης, ταπεινότης κ.λπ.) και ο πρωθυπουργός της διαβεβαίωσε μόλις πρόσφατα ότι το σκάνδαλο «Ζίμενς» δεν αφορά το κόμμα του, άρα και την κυβέρνηση και τους υπουργούς του. Και τώρα που έρχεται η πρώτη διάψευση, τους φταίνε τα ΜΜΕ; Περαστικά. Και στα επόμενα με υγείαν».
- Εμένα πάλι δεν με ψήνει ιδιαίτερα η εξήγηση:
Γιατί αν ο Τσουκάτος είχε παραδεχθεί το αμάρτημα ως προσωπικό του, τότε πράγματι ενδεχομένως να μην υπήρχε πρόσφορο πεδίο για περαιτέρω δημοσιογραφική έρευνα. Αλλά ο Τσουκάτος κατέθεσε ότι τα έδωσε στο ΠΑΣΟΚ και οι τότε ταμίες του ΠΑΣΟΚ (που είχαν συναντηθεί μαζί του πριν σκάσει το θέμα για να συνεννοηθούν πώς θα το παρουσιάσουν) ουσιαστικά το συνομολόγησαν. Άρα ιδού πεδίο δημοσιογραφικής έρευνας λαμπρόν, άρα νά η ευκαιρία να εξεταστεί αν στο ΠΑΣΟΚ εκτός από τα επίσημα βιβλία κρατούσαν και δεύτερα βιβλία ώστε να έχουν ένα στοιχειώδες μπούσουλα και έλεγχο αναμεταξύ τους (εκτός κι αν τα θυμόντουσαν από μνήμης και τα μοίραζαν μετά από μνήμης τα μαύρα, χωρίς την παραμικρή καταγραφή τους πουθενά), άρα νά η ευκαιρία να εξεταστεί τα λεφτά εκείνα πού ακριβώς κατέληξαν, άρα να η ευκαιρία να συγκριθούν οι προϋπολογισμοί και τα επίσημα βιβλία με τις διαφημίσεις που έπαιξαν στα ΜΜΕ εκείνη την προεκλογική περίοδο.
- Άρα; Υπάρχει μεροληψία υπέρ του ΠΑΣΟΚ;
Όχι. Υπάρχει μεροληψία υπέρ του πολιτικού status quo, υπάρχει σαφέστατη πρόθεση να αποσιωπηθεί το θέμα που φτάνει στην καρδιά του πολιτικού συστήματος, υπάρχει σαφέστατη ανάγκη να φύγουμε από τις ευθύνες των κομμάτων και να αναζητήσουμε τις ευθύνες μεμονωμένων πολιτικών. Οι μεμονωμένοι πολιτικοί είναι αναλώσιμοι και δίνουν τη δυνατότητα στα ΜΜΕ να μιλάνε για την υπόθεση της Siemens μέχρι να τη βαρεθούμε και να πάμε για άλλα. Ήταν ή δεν ήταν ο υπουργός που ταξίδεψε ο Λιάπης; Να μείνει ή να φύγει ο Λιάπης; Αυτά τα ερωτήματα και αυτή η συζήτηση, αυτή η λογική των αποδιοπομπαίων τράγων, τους βολεύει όλους, εκτός προφανώς από τον εκάστοτε τράγο.
Εκείνο που δεν βολεύει είναι ομολογίες σαν του Βερελή, που λέει «απ' όσα γνωρίζουμε διαχρονικά, όλα τα ταμεία, όλων των κομμάτων, κάπως έτσι γέμιζαν». Δεν βολεύει γιατί δεν αφορούν μόνο το ΠΑΣΟΚ ή τη ΝΔ. Αφορούν κατεξοχήν τα ΜΜΕ ως αποδέκτες προεκλογικών διαφημίσεων. Σε μεγάλο βαθμό ο τελικός αποδέκτης του μαύρου πολιτικού χρήματος είναι τα ΜΜΕ. Άρα τι να συνεχίσουμε να ψάχνουμε για τα λεφτά του Τσουκάτου; Ας ψάξουμε ποιός πλήρωσε το μίνι μπαρ του Λιάπη, αφού από το μίνι μπαρ του Λιάπη μερτικό δεν μας αναλογεί.

Σάββατο, Ιουλίου 05, 2008

Όπως πάντα

Το αγόρι όμως όσο κι αν προσπαθεί δεν το καταλαβαίνει αυτό. Φοβάται ότι, αν την ώρα που γράφει φύγει μακριά από το αγόρι που υποφέρει, δεν θα αποτυπώσει αυθεντικά αυτό που νιώθει. Κι αυτό που νιώθει τον καίει. Γιατί να βάλει πάγο σε αυτό που τον καίει; Γιατί να το ειρωνευθεί; Τι θα αποδείξει αποστασιοποιούμενος; Ότι ξέρει να αυτοσαρκάζεται; Ότι ξέρει να σαρκάζει τη ζωή; Ότι ξέρει πως στα μάτια των τρίτων ο πόνος του θεωρείται περίπου πολυτελής; Πιστεύει ότι δική του δουλειά είναι να κάνει λέξεις αυτό που αισθάνεται ακριβώς την ώρα της πιο μεγάλης του κάψας. Για να μην χαθεί μισός βαθμός κελσίου. Κι όσο πιο παράφορα είναι αυτά που γράψει τόσο πιο πολύ ας τα κοιτάξουν αφ' υψηλού οι άλλοι. Δουλειά των άλλων να μειδιάσουν συγκαταβατικά, δουλειά δική του να αντιγράψει πιστά. Όσο μπορεί βέβαια. Ό,τι προλάβει να περισώσει βέβαια. Όχι, δεν θα έρθει πιο κοντά στην αλήθεια αν υπονομεύσει και νοθεύσει ο ίδιος το συναίσθημά του. Το αντίθετο. Αυτά πιστεύει κι αυτά σκέφτεται να απαντήσει στον συγγραφέα.
Τα σκέφτεται ενώ περπατά όπως πάντα σκυφτός. Παράξενο είδος ποιητή που αντί να κοιτά ψηλά κοιτάζει χαμηλά. Αλλά πάντα προτιμούσε την γη από τον ουρανό. Το κάτω από το πάνω. Κι αυτό το καλοκαίρι περπατώντας την πόλη τα μάτια του γεμίζουν χρώματα. Παντού βαμμένα κόκκινα γυναικεία δάχτυλα. Παντού. Κλείνει τα μάτια και το κόκκινο μένει. Γυρνά επειγόντως σπίτι του γιατί πρέπει να γράψει κατακόκκινα.
Αλλά οι γονείς του λείπουν. Ανοίγει τον υπολογιστή και αρχίζει να βλέπει τσόντες. Μόνο την αρχή της κάθε σκηνής. Τα πρώτα ελάχιστα δευτερόλεπτα. Και όχι πάντα. Μόνο αν δείχνουν αυτό που θέλει να δει. Μόλις το βλέπει χάνει το ενδιαφέρον του για τα υπόλοιπα και περνά στην επόμενη σκηνή. Έχοντας δει αρκετές θα φτάσει στο αμήν. Και όπως πάντα θα χύσει στο φιλί στο στόμα.

Παρασκευή, Ιουλίου 04, 2008

Από τον Φύσσα στον Φύσσα

Δημήτρης Φύσσας, «Αthens Voice», 3.7.08.
«Προσπαθήστε καλύτερα να προσδιορίσετε τη βλακεία την ίδια! Τι σημαίνει τέλος πάντων βλακεία; Η λογική είναι ικανή να ξεσκεπάσει το κακό που κρύβεται ύπουλα πίσω από ένα όμορφο ψέμα. Αλλά μπροστά στη βλακεία η λογική είναι ανίσχυρη. Δεν έχει τίποτα να ξεσκεπάσει. Η βλακεία δεν φοράει προσωπείο.
Είναι εκεί, αθώα.
Ειλικρινής.
Γυμνή.
Και απροσδιόριστη».
Μίλαν Κούντερα, «Ο Πέπλος».

Τετάρτη, Ιουλίου 02, 2008

Από τον Χαριστέα στην Αριστέα

Συνεχίζοντας μια σκέψη που πρωτοδιάβασα στον Sraosha, μπορεί να πει κανείς ότι η βασική διαφορά ανάμεσα στο καλοκαίρι του 2004 και στο καλοκαίρι του 2008, είναι ότι ενώ τότε η χώρα συνταρασσόταν από τον Χαριστέα, τώρα δεν συνταρράσσεται και τόσο από την Αριστέα (με τον όρο «Αριστέα» εννοείται εφεξής συνεκδοχικά και ο Τέλλογλου).
Δηλαδή η μετάβαση από τον Χαριστέα στην Αριστέα είναι η μια μόνο όψη του νομίσματος και πιθανότατα η πιο επιφανειακή.
Η άλλη όψη είναι η όψη της αντίδρασης του κόσμου τότε και τώρα: η δικαιολογημένη έκσταση του τέσσερα και η αδικαιολόγητη (;) απάθεια του οκτώ.
Ποιού κόσμου όμως;
Αυτού που αμέσως μετά την μεγαλύτερη τραγωδία των τελευταίων δεκαετιών ξαναβγάζει κυβέρνηση τη ΝΔ;
Αυτού που στη συνέχεια ξαναψηφίζει για αρχηγό του κόμματός του τον Γιώργο Παπανδρέου;
Μετατρέπομαι σε ολοένα και λιγότερο δημοκράτη, μετατρέπομαι σε άνθρωπο που θα αρχίσει να πρεσβεύει όσα μια ζωή βαθιά απεχθανόταν.
Πάντως, για να είμαστε στοιχειωδώς δίκαιοι, δημοσιογραφική κατάντια δεν είναι ο Καψαμπέλης με τον Παπαγιάννη και τον Σπίνο, δημοσιογραφική κατάντια είναι η αντιμετώπιση του Αναστασιάδη από το «Mega» πριν και μετά την πώληση του «Πρώτου Θέματος».
Ο πολιτικός κόσμος, ο εκδοτικοδημοσιογραφικός κόσμος, ο επιχειρηματικός κόσμος, ο δικαστικός κόσμος, ο κόσμος σκέτο, όλοι αυτοί οι κόσμοι μπλέκονται γλυκά, όλα είναι όπως θέλουμε να είναι, όσα μαθεύτηκαν δεν θα μαθεύονταν ποτέ αν δεν είχαν έρθει με το ζόρι απ' έξω, όσα μαθεύτηκαν τα ξεχνάμε αμέσως, τα υποτιμούμε αμέσως, τα μετονομάζουμε αμέσως, έπιασαν οι ζέστες, άρχισαν και οι άδειες των πάσης λογής Μάκηδων και «Ανατροπών», δέχομαι στοιχήματα ότι η χρονιά θα αρχίσει στον πάγκο με Τεν Κάτε και θα τελειώσει με Ντούσαν, δέχομαι στοιχήματα ότι ο Κυριάκος Μητσοτάκης θα σαρώσει ξανά σε ψήφους στις επόμενες εκλογές, δέχομαι στοιχήματα ότι αν δεν ήταν ο Τέλλογλου και η Αριστέα δεν θα ήταν κάποιοι άλλοι στις θέσεις τους, δέχομαι στοιχήματα ότι δεν έχουν βγει από τα φυτώρια και δεν είναι αποτέλεσμα της παραγωγικής διαδικασίας και της ελληνικής δημοσιογραφικής παράδοσης αλλά εξαιρέσεις και στατιστικά λάθη, που με την επιμονή τους σε μια δημοσιογραφία που ερευνά αντί να συζητά, σε μια δημοσιογραφία που τολμά αντί να συμβιβάζεται, μάς έχουν βάλει καλοκαιριάτικα στη δυσάρεστη θέση να ασχολούμαστε με πράγματα με τα οποία κανείς δεν θέλει να ασχολείται, ούτε καν τα κόμματα της Αριστεράς, αφού είτε δεν έχουν διάθεση να παίξουν ενεργότερο ρόλο στο παιχνίδι, είτε έχουν πάρει και αυτά το μαύρο κατιτί τους από την Ζίμενς (ή από κάποια άλλη σαν αυτήν), οπότε στη δεύτερη εκδοχή το fair play (η μη προσπάθεια σκοραρίσματος όταν η άλλη ομάδα έχει παίκτες ξαπλωμένους στο χορτάρι) δεν είναι δικομματικό αλλά διακομματικό.

Into the Wild

Christopher McCandless:
λίγο πριν πεθάνει το 1992, στα 24 του, στην Αλάσκα.

Timothy Treadwell:
λίγο πριν πεθάνει το 2003, στα 46 του, στην Αλάσκα.
Η ζωή του δεύτερου είναι το θέμα του εντελώς αγαπημένου μου ντοκιμαντέρ «Grizzly Man», για το οποίο έχω γράψει εδώ.
Στη ζωή του πρώτου είναι βασισμένο το εξαιρετικά δυνατό και πανέμορφο «Ιnto the Wild» του Σων Πεν, ο οποίος ήδη από τον -επίσης αγαπημένο- «Ινδιάνο Δρομέα» είχε φανερώσει την έλξη που του ασκούσαν οι πιο ακραίες περιοχές της ανθρώπινης ψυχής.
Δυο ερημίτες, δυο φυσιολάτρες, δυο εξτρεμιστές,
δυο αρνητές της κοινωνίας, δυο σαλοί, δυο χωρίς λέξεις ποιητές,
δυο άνθρωποι που πήγαν στην Αλάσκα για να περισπαστούν από τον εαυτό τους που τους στοίχειωνε
ή δυο άνθρωποι που πήγαν στην Αλάσκα για να βυθιστούν στον εαυτό τους χωρίς περισπάσεις,
πάντως δυο άνθρωποι που
είτε πήγαν στην Αλάσκα κυνηγώντας τη ζωή τους
είτε πήγαν στην Αλάσκα κυνηγώντας τον θάνατό τους,
η Αλάσκα τους χάρισε και τα δύο.